Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Ξημερώνει δεκάτη εβδόμη

Ξημερώνει η δεκάτη εβδόμη βροχερή.
Σςςςς...κάνε ησυχία. Περπάτα αργά...προχώρα ακροπατώντας από τη μία πλευρά του δρόμου στην άλλη γιατί η Άννα χρειάζεται φάρμακα.
Άσε τα φάρμακα και φύγε.
Βιάζεσαι και καλά κάνεις...
Σε περιμένουν στο θέατρο.

Η σκηνή φωτίζεται. Η βαριά,κόκκινη κουρτίνα -ξέρω,εσένα σου θυμίζει αίμα το χρώμα της,ξέρω- ανοίγει. Αυλαία την ονομάζουν στο θέατρο αλλά τότε,δεν είχες χρόνο για να πας θέατρο.Έκανες επανάσταση.Ξέρω!
Στη σκηνή μια μεγάλη σιδερένια πόρτα.Κλείνει τον έξω κόσμο.Τον κρατά μακρυά από τα όσα συμβαίνουν μέσα. 
Πίσω από τη πόρτα,αριστερά,δεξιά της...ως και πάνω της, υπάρχουν ηθοποιοί. Νεαρά παιδιά. Πλακάτ με συνθήματα παντού τριγύρω. Η μέρα κυλάει μέτρια. Μα το αίμα ζυγώνει.Και εσύ το ξες μα συνεχίζεις να κάθεσαι στη καρέκλα του θεάτρου. Μα γιατί τις κάνουν τόσο βολικές οι ρουφιάνοι;
Πέφτει η νύχτα πάνω στη σκηνή.Τα φώτα λίγα.Μα οι ηθοποιοί συνεχίζουν στο έργο τους.
Και ξαφνικά...με τι 'ναι αυτό που προβάλει από την άλλη άκρη της σκηνής;Πως αντέχει η σκηνή τόσο βάρος;
Το τανκ σημαδεύει τους ηθοποιούς, που από την αρχή γνώριζες,πως είναι τα παιδιά σου και τα παιδιά του διπλανού σου. Και τα παιδιά ουρλιάζουν πως όλοι είμαστε αδέρφια.
Μα δεν τους ακούει κανείς.Η Γη ολάκερη,σωπαίνει.
Ο άνθρωπος μέσα στο τανκ,έχει λάβει εντολές.Δεν αναγνωρίζει αδέρφια πλέον.
Κάνει όπισθεν,καβαλά το πεζοδρόμιο,και ξέρεις τι κάνει; 
Πέφτει πάνω στην πόρτα.Πάνω στους ηθοποιούς.
Πάνω στα παιδιά του διπλανού.
Πάνω στα παιδιά σου.
Οι φωνές στο ραδιόφωνο βουβαίνουν.
Εκείνοι μέσα από την πόρτα, τρομοκρατημένοι προσπαθούν να βρουν απάντηση στο ένα και μοναδικό ερώτημα τους.
''Έπεσαν πάνω μας; Στα αδέρφια τους;''
Εκείνοι έξω από τη πόρτα,δεν ψάχνουν καμιά απάντηση. Δεν τους έχουν μάθει να ρωτάνε.

Σε βλέπω που κλαις.
Πάνω σου έπρεπε να'χε πέσει το τανκ.
Όχι πάνω στα παιδιά σου,στους φίλους σου,τους συναδέλφους σου. Σε εκείνη τη πόρτα,μπορεί να ήτανε ο έρωτας της ζωής σου. Και εσύ να τον στερήθηκες μόλις...Ή,μπορεί να τον στερήθηκες από καμιά ''αδέσποτη σφαίρα'' το πρωί,το μεσημέρι,το απόγευμα εκείνης της μέρας.

Σςςςς...μη κάνεις φασαρία σου λέω. Πρέπει να ψιθυρίζεις τώρα.Μην σε δουν που κλαις.
Όχι οι ζωντανοί ρε. Άστους αυτούς. Οι νεκροί σου.
Γιατί όλοι τους είναι δικοί σου νεκροί.
Νεκροί του διπλανού σου.
Νεκροί μου.

Σςςς...καταθέτουν στεφάνια τώρα βλέπεις;
Μετά θα γίνουν επεισόδια στην αμαυρωμένη μνήμη άλλων επεισοδίων. Θα χτυπηθούν πάλι φοιτητές,ηθοποιοί,εσύ και εγώ ακριβώς εκεί όπου στέκονταν παλιά,η σιδερένια πόρτα.
Μη τρομάζεις. Αλλάξανε τα πράγματα. Πλέον δεν στέλνουνε τανκ.
Θα ζήσω.
Και θα σε θυμάμαι πάντα στο μπροστινό κάθισμα του θεάτρου να κλαις για τις καπνισμένες αναμνήσεις εκείνων των χρόνων. Και σε σέβομαι για αυτό.

Ξέρω...τους φίλους σου εσύ τους διάλεξες σύμφωνα με το αν θα έτρωγαν μια σφαίρα για 'σένα ή οχι. Δεν σε κακολογώ. Και εκείνοι με αυτό το κριτήριο σε διάλεξαν.Τότες έτσι έπρεπε.
Ξέρω...τους φίλους που πέθαναν τους αναγνώρισες από τα αίματα στη μπλούζα σου.
Ξέρω...πως οι φοιτητές δεν έριξαν την χούντα. Όμως φώναξαν...ΝΑΙ,φώναξαν. Και ήταν πιο δυνατές οι φωνές τους από το άδικο...



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου