Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Χιονίζει εκεί;

'' Εχθές χιόνισε. Όχι πολύ. Μονάχα λίγο. Ξύπνησα αργά και δεν πρόλαβα καλά καλά ούτε να το δω.
Κατάλαβα πάλι πόσο μου λείπεις. Να με ξυπνάς το πρωί μαζί με την Κ., να κάνετε και οι δύο σαν παιδιά, να με σηκώνεις από το κρεβάτι, να ανοίγεις τα παντζούρια και να λες -Πριγκίπισσα, έλα να δεις που χιόνισε.- Και να κολλάμε όλοι μαζί στο τζάμι.
Έπειτα να τρώμε πρωινό, να ντυνόμαστε ζεστά και να μας πηγαίνεις βόλτα. Και επειδή στην πόλη μας το χιόνι ποτέ δεν είναι αρκετό να μας βάζεις στο αμάξι και να μας πηγαίνεις εκεί όπου μπορούμε να φτιάξουμε χιονάνθρωπους. Και όταν γυρνούσαμε, εσύ να βγαίνεις με την Κ. τις βόλτες σας.
Τότε δεν καταλάβαινα. Σήμερα όμως, καταλαβαίνω. Και σας χαίρομαι πολύ,  να το ξέρεις.
Χιονίζει εκεί; Βλέπεις χιόνι; Το αγγίζεις;
Δεν έχω άλλα να πω... Μονάχα πως μου λείπεις τόσο, όσο δεν μπορώ να το εκφράσω καν. Μου λείπει η φωνή σου, και το άρωμα σου, οι λέξεις -πριγκίπισσα, τζιέρι, Ρινούλα-. Μου λείπουν από το δικό σου το στόμα. Και μου λείπει το άγγιγμα σου, και οι εκδρομές που με πήγαινες.
Μου λείπει η παρουσία σου, και η επιβλητικότητα σου, και η απεριόριστη καλοσύνη σου, και το περίεργο χιούμορ σου, και θα 'θελα πολύ να να ήσουν σήμερα εδώ και κάθε μέρα.
Για να βγαίναμε μαζί, και να πίναμε το ουζάκι μας μαζί, παρέα. Να μπορούσα να σου μιλάω και να μπορούσα να σε ακούω.
Μου λείπει να με ξυπνάς για το πρωινό.
Μου λείπει να μου ζητάς να σου φτιάξω καφέ.
Μου λείπει να σε βλέπω καθισμένο στην πολυθρόνα σου να καπνίζεις και να μιλάς με την Κ.
Ευχαριστώ, που ποτέ δεν αρνήθηκες τη παρέα μου και πάντα την αποζητούσες. Ευχαριστώ, γιατί ήσουν καλός, και γλυκός και μ'αγάπησες. Ευχαριστώ που με είχες σαν πριγκίπισσα.
Ευχαριστώ και λυπάμαι που δεν είσαι εδώ. Γιατί έχω πολλά να σου δείξω, πολλά για τα οποία θα ήσουν περήφανος, πολλά για τα οποία θα σε έκανα ευτυχισμένο.
Δεν σε ξεχνώ.
Δεν ξεχνώ τον χιονάνθρωπο στο αυτοκίνητο, ούτε τη φορά που μάζεψες χιόνι και με ξύπνησες πετώντας μου τη μπάλα στο πρόσωπο. Δεν ξεχνώ το πόσο γέλασες με την έκπληξη που είχε ζωγραφιστεί στο πρόσωπο μου, ούτε ξεχνώ τη φορά που παίζαμε χιονοπόλεμο και είχα ξεχάσει να πάρω γάντια. Εσύ μου 'χες δώσει τα δικά σου και μου πέφτανε μεγάλα και γελούσαμε.
Ποτέ δεν θα ξεχάσω.
Σ'αγαπάω.

                                                                                                                                Το κοριτσάκι σου.''
 ''' Ήρθα να σου φέρω λουλούδια, πατέρα,
και α σ'ανάψω ένα παράπονο''
Κώστας Λουκάκης